Φύση
Παγκόσμιο UNESCO Γεωπάρκο Σητείας - Περιοχές Natura
Στην περιοχή της Σητείας υπάρχουν δύο περιοχές που έχουν ενταχθεί στο Δίκτυο «ΦΥΣΗ 2000» (Κοινοτική Οδηγία 92/43/ΕΟΚ) και οι οποίες παρουσιάζουν μεγάλο ενδιαφέρον από πλευράς φυσικού περιβάλλοντος. Πλουσιότατη και παρθένα είναι η φύση της Επαρχίας Σητείας Πολλές και εκτεταμένες υποψήφιες “Περιοχές NATURA”
– Πλήθος περιοχών ιδιαίτερου φυσικού κάλλους
– Σπάνιοι γεωλογικοί σχηματισμοί και εικόνες γεωλογικής εξέλιξης.
– Δέκα (10) μεγάλα φαράγγια και γεωλογικά ρήγματα.
– Τριακόσια (300) σπήλαια με μεγάλο ενδιαφέρον
– Δύο χιλιάδες εκατό (2100) είδη αυτοφυών φυτών από τα οποία 300 ενδημικά, πολλά αρωματικά και φαρμακευτικά.
– Μεγάλος αριθμός σπάνιων ζώων και πουλιών ανάμεσα στα οποία η μεγαλύτερη στο κόσμο αποικία του γερακιού της Ελεονόρας (FALCO DΕ ELEONORA)
– Ο πλουσιότερος και πιο παρθένος θαλάσσιος βιότοπος στο Αιγαίο (Βορείως της νήσου Ψείρας) που διαθέτει ακόμη και κοράλλια.
– Εκτεταμένα λιβάδια με το προστατευόμενο είδος φυκιού “Ποσειδώνια”
– Το μοναδικό στην Ευρώπη φοινικόδασος Βάι
– Η αρχή του Ευρωπαϊκού μονοπατιού Ε4
– Πολλοί βιότοποι μικτής Ευρω-αφρικανικής βλάστησης (στο Βάι, στο Κουφονήσι κ.α.)
Βάι
Φοινικόδασος σε πανέμορφη Κοιλάδα και αμμώδης παραλία δίπλα στην αρχαία Ίτανο, 28 χλμ. από τη Σητεία. Απέχει 8 χμ από το Παλαίκαστρο και 6 από τη Μονή Τοπλού. Καταλαμβάνει 200 στρέμματα και αποτελείται από αυτοφυείς φοίνικες του Θεοφράστου (Phoenix Theofrasti) και είναι μοναδικό στην Ελλάδα, την Ευρώπη και πιθανώς στον κόσμο. Εκτός από το Βάι μεμονωμένα άτομα ή συστάδες βρίσκονται και σε άλλα μέρη της Κρήτης (Πρέβελη, Αγιος Νικήτας κλπ.) σε νησιά του ΝΑ Αιγαίου, την Κύπρο και την Τουρκία.Πολλοί θρύλοι υπάρχουν για την προέλευση του. Λέγεται ότι το δημιούργησαν Φοίνικες που κατά μια δοξασία αποίκισαν πρώτοι την Ίτανο ενώ κατά άλλες εκδοχές δημιουργήθηκε από κουκούτσια Χουρμάδων που έτρωγαν Αιγύπτιοι στρατιώτες του Πτολεμαίου του Φιλομήτορος ή του βασιλιά του Πόντου Μιθριδάτη, που στο πλαίσιο συμμαχιών είχαν έρθει στη Περιοχή ή Σαρακηνοί πειρατές ή επιδρομείς. Όποιος και αν είναι ο λόγος εμφάνισης του Φοινικοδάσους Βάι, το βέβαιο είναι ότι η ανάπτυξη και η διατήρηση του οφείλεται στο ξηρό-θερμό κλίμα και το υπόγειο νερό της κοιλάδας. Βέβαιη είναι επίσης η παρουσία του Φοίνικα στην αρχαία Κρήτη τόσο από τις μαρτυρίες του Θεοφράστου και του Πλίνιου όσο και από την απεικόνιση του σε νομίσματα και αγγεία. Συστάδες Φοινίκων υπάρχουν και στην παραλία της γειτονικής Ιτάνου. Εκτός από τους Φοίνικες και άλλα είδη της αφρικανικής βλάστησης φύονται στην περιοχή που την καθιστούν έτσι οριακή από πλευράς βίο-ποικιλότητας. Η περιοχή είναι επίσης πέρασμα πουλιών.
Το τοπίο με τις απαλές γραμμές του ορίζοντα, την αρμονική εναλλαγή χαμηλών λόφων και πεδινών εκτάσεων, τα αμπέλια και τους ελαιώνες στις πλαγιές και με το εξωτικό αφρικανικό χρώμα και το πλούσιο φως είναι από τα ομορφότερα που μπορεί να συναντήσει κανείς, ενώ η ύπαρξη των αρχαίων πόλεων και της Μονής Τοπλού προσδίδουν στη περιοχή ιδιαίτερη ιστορική και πολιτιστική αξία και υποβολή. Το Βάι λόγω της ιδιαίτερης αξίας και ομορφιάς του προστατεύεται από το Ελληνικό κράτος, την Ευρωπαϊκή κοινότητα και από διεθνείς συμβάσεις.
Μονή Καψά (Φαράγγι Καψά και ευρύτερη περιοχή)
Η περιοχή βρίσκεται στο Νοτιοανατολικό τμήμα της Κρήτης, περίπου 35 km ανατολικά της Ιεράπετρας. Περιλαμβάνει ένα μικρό φαράγγι μήκους 3 km, το οποίο έχει το ίδιο όνομα με το μοναστήρι που βρίσκεται εσωτερικά στο φαράγγι. Στην έξοδο του φαραγγιού προς την θάλασσα, υπάρχει μια μικρή αμμώδης παραλία με αμμοθίνες. Η περιοχή περιλαμβάνει γκρεμούς, χάσματα και βράχια. Υπάρχουν επίσης φρύγανα σε καλή κατάσταση. Το θαλάσσιο μέρος καλύπτει λιγότερο από το 1% της συνολικής έκτασης της περιοχής.
Οι τύποι οικοτόπων που συναντιόνται στην περιοχή είναι: Απόκρημνες βραχώδεις ακτές με βλάστηση στη Μεσόγειο (με ενδημικά limonium spp.), Ποταμοί της Μεσογείου με περιοδική ροή, Φρύγανα Sacropoterium spinosum, Λιθώνες βαλκανικής χερσονήσου, Ασβεστολιθικά βράχια του Αιγαίου, Σπήλαια των οποίων δεν γίνεται τουριστική εκμετάλλευση, Παρόχθια δάση – στοές της θερμής Μεσογείου (Νerio -Tamaricetea). Γενικά η περιοχή έχει μεγάλη αισθητική αξία. Παρουσιάζει επίσης μεγάλο χλωριδικό ενδιαφέρον (περιλαμβάνει 14 ενδημικά και τοπικά ενδημικά είδη καθώς και σπάνια) που οφείλεται στη γεωμορφολογία της.
Όρος Θρυπτή και ευρύτερη περιοχή
Η περιοχή βρίσκεται μεταξύ Ιεράπετρας και Σητείας. Περιλαμβάνει την παράλια περιοχή του Θόλου και την οροσειρά της Θρυπτής. Το φαράγγι του Χα είναι ένα από τα πιο εντυπωσιακά φαράγγια της Κρήτης. Οι υγρές δολίνες χαρακτηρίζονται από περιορισμένη βλάστηση ετήσιων φυτών, που αν και είναι κοινά σε άλλα μέρη, εν τούτοις στην Κρήτη είναι σπάνια, ενώ οι ξηρές δολίνες χαρακτηρίζονται από πυκνή βλάστηση. Σημαντικοί θεωρούνται και οι δολομίτες κοντά στην κορυφή Αφέντης και οι ασβεστόλιθοι στην υπόλοιπη περιοχή.Στο νότιο μέρος της περιοχής υπάρχουν μικρές κοιλάδες με πηγές και ποτάμια συνεχούς ροής με υδροχαρή βλάστηση.
Οι τύποι οικοτόπων που συναντιόνται στην περιοχή είναι: Ποταμοί της Μεσογείου με περιοδική ροή, Διάσπαρτοι υποβαθμισμένοι πουρναρότοποι (garrigues), Φρύγανα Sacropoterium spinosum, Διαπλάσεις Κρήτης (Euphorbieto-Verbascion), Δάση σκληρόφυλλων που χρησιμοποιούνται για βοσκή (dehesas) με Quercus ilex, Λιθώνες βαλκανικής χερσονήσου, Ασβεστολιθικά βράχια του Αιγαίου, Πρωτογενείς λειμώνες σε βραχώδεις δόμους, Σπήλαια των οποίων δεν γίνεται τουριστική εκμετάλλευση, Δάση πλάτανου της Ανατολής (Platanion orientalis), Παρόχθια δάση – στοές της θερμής Μεσογείου (Νerio -Tamaricetea), Μεσογειακά πευκοδάση με ενδημικά είδη πεύκων της Μεσογείου. Η περιοχή έχει μεγάλη αισθητική αξία, κυρίως οι νότιες πλαγιές της.
Το σπήλαιο «Θεριόσπηλιος» είναι ιδιαίτερα σημαντικό, επειδή σε αυτό συναντώνται πολλά ενδημικά ασπόνδυλα και μια σχετικά μεγάλη αποικία της νυχτερίδας Myotis myotis. Οι κορυφές της οροσειράς είναι πολύ σημαντικές για την ορνιθοπανίδα της Κρήτης. Η χλωρίδα της είναι πλούσια σε κοινά και ενδημικά είδη, τόσο της περιοχής όσο και του νησιού. Η πανίδα είναι επίσης πλούσια σε ενδημικά ασπόνδυλα. Οι πληθυσμοί των θηλαστικών στην περιοχή είναι σε εξαιρετική κατάσταση. Τέλος, υπάρχει ποικιλία από καλά διατηρημένους τύπους οικοτόπων, οι οποίοι δεν έχουν εύκολη πρόσβαση. Το πευκοδάσος της περιοχής παρά το γεγονός ότι έχει υποστεί καταστροφές από πυρκαγιές, είναι ένα από τα σημαντικότερα στην Κρήτη.
Κουφονήσι
Στα νοτιοανατολικά του Ξερόκαμπου ζωγραφίζει με το σχήμα του το φόντο της θάλασσας το Κουφονήσι. Εδώ η αρχαιολογική σκαπάνη έφερε στο φως ερείπια απo εγκαταστάσεις μινωικής αλλά και ρωμαϊκής εποχής. Φαίνεται ότι το νησί πυκνοκατοικήθηκε από τα παλαιότατα χρόνια μέχρι και τα ύστερα ρωμαϊκά. Το αποδεικνύει το μεγάλο ελληνορωμαϊκό θέατρο των 1000 θέσεων που ανασκάφτηκε. Σύμφωνα με τα ευρήματα το νησί ήταν κέντρο συλλογής και επεξεργασίας του θαλλάσιου όστρακου πορφύρα που ευδοκιμεί στις θάλασσες της περιοχής.
Κάβο Σίδερος
Το γνωστό ακρωτήριο στο Β.Α. άκρο της Κρήτης, το αρχαίο Σαμώνιον ή Σαλμώνιον. Ασφαλτοστρωμένος δρόμος 18 χλμ. από το Παλαίκαστρο οδηγεί στην Ναυτική βάση στον όρμο Κυριαμάντι (απαιτείται άδεια διέλευσης). Πρόκειται για τοπίο ιδιαίτερου χαρακτήρα και φυσικού κάλους με τις βραχώδεις επιφάνειες, τους πολλούς μικρούς και γραφικούς ορμίσκους που θυμίζουν φιόρδ, τους ανοιχτούς ορίζοντες, το έντονο φως και τα εξαίσια χρώματα του ουρανού και της θάλασσας και την αίσθηση της ερήμου και του «ακρότατου ορίου». Στο άκρο του ακρωτηρίου βρέθηκαν τα ερείπια εκκλησίας του 14ου αιώνα, προφανώς του Αγ. Ισιδώρου από όπου το όνομα του ακρωτηρίου, ενώ δίπλα υπάρχει ο νεώτερος ομώνυμος ναός. Κατά τον Απολλώνιο τον Ρόδιο στο ακρωτήριο Σαμώνιο αποβιβάστηκαν οι Αργοναύτες επιστρέφοντας από την Κολχίδα και εκεί έχτισαν το ναό της Μινωίδας ή Σαμωνίας Αθηνάς. Στην παραλία του μικρού κόλπου και κατά το μεγαλύτερο μέρος μέσα στη θάλασσα εντοπίστηκαν τα ερείπια ναού του 4ου π.χ. αιώνα. Κοντά στην εκκλησία υψώνεται το επιβλητικό κτήριο του Φάρου, που λειτουργεί και σήμερα και χτίστηκε το 1880. Ή θαλάσσια περιοχή είναι γεμάτη υφάλους, ξέρες και αρχαία ναυάγια. Στη περιοχή του Κάβου, που είναι, εξαιρετικά. ενδιαφέρουσα και από αρχαιολογικής πλευράς βρέθηκαν αρχαίες επιγραφές, βραχογραφίες και λατομεία της θαυμάσιας γκριζόμαυρης πέτρας από την οποία χτίστηκαν πολλά κτήρια της Ιτάνου κ.α. αρχαίων πόλεων.
Ενδημικά Φυτά
Σε όλη την Κρήτη, σε έκταση 8.700 περίπου τετραγωνικών χιλιομέτρων υπάρχουν 1.624 αυτόχθονα αυτοφυή είδη, από τα οποία τα 170 είδη είναι ενδημικά φυτά του νησιού. Πολλά από αυτά τα ενδημικά φυτά συναντιόνται στην ευρύτερη περιοχή της Σητείας. Είναι ανομοιόμορφα κατανεμημένα και ως επί το πλείστον απαντώνται στα ορεινά και κυρίως στα μικρά και μεγάλα φαράγγια που κυριαρχούν στην περιοχή και σε απομονωμένες περιοχές. Μερικά από αυτά είναι πολύ σπάνια ή βρίσκονται σε κίνδυνο. Τα περισσότερα από τα ενδημικά φυτά της Σητείας είναι χασμόφυτα, δηλαδή φυτά ριζωμένα σε ρωγμές βράχων και σε γκρεμούς, όπου ο ανθρώπινος παράγοντας και τα φυτοφάγα ζώα δεν μπορούν να τα επηρεάσουν.
Μαρουλίτσες (Crepis auriculifolia)
Απαντάται σε ξηρές βραχώδεις πλαγιές και σχισμές Πολυετές φυτό, με ρόδακα από οδοντωτά ή λίγο κολπωτά φύλλα, τριχωτά ή λεία. Ανθίζει από Μάιο μέχρι Ιούλιο.
Δίκταμος ή έρωντας (Origanum dictamnus)
Χαρακτηριστικό ενδημικό φυτό της Κρήτης. Αναφέρεται από την αρχαιότητα σαν φαρμακευτικό και ο Ιπποκράτης το ονομάζει “ωκυτόκιον” και χρησιμοποιείται σαν αφέψημα.
Υπέρικο ή Αγούδουρας (Hypericum kelleri)
Πολύ μικρό θαμνώδες έρπον φυτό (χαμαίφυτο), χαρακτηριστικό και συχνό είδος των δολίνων. Ανθίζει από Μάιο μέχρι Αύγουστο.
Πηγουνιά ή Αγριοροδαριά (Paeonia clusii s.sp clusii)
Το συναντάμε στην ορεινή και ημιορεινή ζώνη σε υψόμετρο μέχρι 1600 m. Το όνομα της παραπέμπει σε ένα από τους παλιούς θεούς γιατρούς τον Παιώνα του οποίου το όνομα αναφέρεται σε μια πήλινη πλάκα της Κνωσού. Ανθίζει από Απρίλιο μέχρι Ιούνιο.
Τσάι του βουνού, ή μαλοτήρα (Sideritis syriaca ssp. Syriaca)
Φύεται σε βραχώδεις εκτάσεις, έχει φύλλα χνουδωτά, λογχοειδή και κίτρινα άνθη. Ανθίζει από Ιούνιο μέχρι Ιούλιο. Έχει σχετικά μικρή περιεκτικότητα σε αιθέρια έλαια.
Καμπανούλα (Campanula tubulosa)
Ο βλαστός του είναι χνουδωτός με μακρύ μίσχο με άνθη γαλάζια – βιολετιά. Ανθίζει τον Απρίλιο – Μάιο και αναπτύσσεται στους βράχους και τα φαράγγια μέσου και χαμηλού υψομέτρου.
Κυκλάμινο (Cyclamen creticum)
Είναι το μοναδικό ενδημικό είδος κυκλάμινου της Κρήτης. Τα κατάλευκα (σπάνια ανοιχτορόδινα) άνθη του εμφανίζονται το Μάρτιο-Απρίλιο. Απαντάται στην ορεινή και ημιορεινή ζώνη σε σκιερές τοποθεσίες.
Πετρομάρουλα (Petromarula pinata)
Διετές φυτό με βολβό. Ο Βλαστός του είναι λείος και έχει γαλάζια άνθη με στεφάνη που είναι χωρισμένη σχεδόν ως τη βάση. Φύεται από το επίπεδο της θάλασσας μέχρι την ορεινή ζώνη. Ανθίζει από Απρίλιο μέχρι Μάιο.
Αγριογαρύφαλλο (Dianthus juniperinus)
Μικρός θάμνος με άνθη ωχρορόδινα ή ροδοπόρφυρα, ανθίζει από τον Μάιο – Σεπτέμβριο. Φύεται σε βραχώδεις πετρώδεις θέσεις.
Μαντζουράνα (Origanum mirophyllum)
Είναι ενδημικό φυτό της Κρήτης και φύεται σε βραχώδεις περιοχές. Έχει φύλλα χνουδωτά και χρησιμοποιείται συνήθως μαζί με την μαλοτήρα σε αφέψημα σαν ρόφημα. Στην ανατολική Κρήτη είναι γνωστό με το όνομα Αντωναϊδα.
Έβενος ο κρητικός, αρχοντόξυλο (Ebenus cretica)
Ενδημικός μικρός θάμνος της Κρήτης που απαντάται σε όλο το νησί σε ξηρές και απότομες πλαγιές. Έχει εντυπωσιακά ροδόχρωμα άνθη που εμφανίζονται τον Απρίλιο.
Γεωπαρκο Σητειας
Το Πάρκο βρίσκεται στο Ανατολικό τμήμα της Κρήτης. Περιλαμβάνει την ευρύτερη περιοχή της Σητείας και ολόκληρες τις περιοχές της Ίτανου και της Λεύκης, καθώς και όλες τις παράκτιες περιοχές από Βορρά προς Νότο. Εντός του Πάρκου υπάρχουν, μεταξύ άλλων, οι γνωστές περιοχές Ζάκρου, Παλαίκαστρου, Ζήρου, Ξερόκαμπου, Σίτανου και Καρυδίου.Τα όρια του Πάρκου έχουν χαραχθεί με σαφήνεια και αγκαλιάζουν μία μεγάλη έκταση συνολικού εμβαδού 361,4 106 τ.μ. (ή 361,4 εκτάρια).Το Πάρκο χαρακτηρίζεται από μία ευρεία ποικιλία στοιχείων του αβιοτικού και βιοτικού περιβάλλοντος και αποτελεί έναν μοναδικό γεωτουριστικό προορισμό.
Φυσικό Περιβάλλον
Η ανατολική Κρήτη και ιδίως η περιοχή της Σητείας είναι μια από τις πιο σημαντικές και ιδιαίτερες περιβαλλοντικά περιοχές της Κρήτης. Η γεωγραφική της θέση στο ανατολικό άκρο του νησιού που επέτρεψε την ανταλλαγή ειδών από τη Μικρά Ασία, σε συνδυασμό με το έντονα ξηροθερμικό κλίμα που επικρατεί στην περιοχή, δημιούργησε ένα μωσαϊκό οικοτόπων και οικοσυστημάτων, μερικά από τα οποία, όπως το φοινικόδασος του Βάι, είναι μοναδικά για την περιοχή της Μεσογείου.
Οικότοποι
Τα οικοσυστήματα που επικρατούν στην περιοχή είναι κυρίως οι θαμνότοποι, η χαμηλή δηλαδή βλάστηση που αποτελείται κυρίως από φρύγανα, αρωματικά φυτά και τα αντίστοιχα ασπόνδυλα, ερπετά και θηλαστικά που ζουν σε αυτές τις περιοχές. Μεγάλα δασικά οικοσυστήματα ή συστάδες δένδρων δεν εμφανίζονται στην περιοχή, εκτός από το Φοινικόδασος του Βάι όπου κυριαρχεί ο φοίνικας του Θεόφραστου (Phoenix theophrasti), και τις μικρές συγκεντρώσεις πρίνων (Quercus coccifera), πλατάνων (Platanus orientalis) και χαρουπιών (Ceratonia siliqua), συνήθως μέσα σε φαράγγια και ρεματιές.Οι οικότοποι που παρατηρούνται στην περιοχή και έχουν καταγραφεί στις περιοχές του δικτύου NATURA 2000 είναι οι συγκεντρώσεις αρκεύθων (Juniperus prhoenicea) σε παραθαλάσσιες αμμοθίνες όπως στην περιοχή Χρυσή Άμμος στο Βάι και στην παραλία Κατσουνάκι στον Ξερόκαμπο, η θαμνώδης βλάστηση και τα φρύγανα που κυριαρχούν σε όλη την περιοχή του πάρκου, τα μεσογειακά οικοσυστήματα στεππικής φυσιογνωμίας με αγροστώδη της ορεινής ζώνης, οι βραχώδεις οικότοποι στις απότομες πλαγιές και τα φαράγγια, οι ποταμοί της Μεσογείου με περιοδική ροή, οι συστάδες φοίνικα του Θεόφραστου, τα υγροτοπικά συστήματα και οι Μεσογειακές μικρές λίμνες που περιοδικά κατακλύζονται με νερά και τέλος η γεωργική γη και οι καλλιέργειες, κυρίως με αμπελώνες και ελαιώνες.
Χλωρίδα
Το φυσικό πάρκο της Σητείας παρουσιάζει ιδιαίτερο χλωριδικό ενδιαφέρον. Ανάμεσα σε εκατοντάδες είδη φυτών που φιλοξενεί υπάρχουν πολλά ενδημικά που θα τα συναντήσουμε σ’ ολόκληρη την Κρήτη, ενδημικά Κρήτης και Κάσου, καθώς και μοναδικά είδη, γνωστά μόνο από το νοτιοανατολικό Αιγαίο. Το σύνολο της περιοχής ανήκει στην Μεσογειακή Ζώνη Βλάστησης με κυρίαρχες τη φρυγανική. Οι εναλλαγές στην βλάστηση είναι μικρές με κάποιες λίγες εξαιρέσεις σε περιοχές όπως στο Φοινικόδασος του Βάι και γύρω από αυτό καθώς και σε κάποια φαράγγια με έντονη παρουσία νερού, τουλάχιστον κατά τους χειμερινούς μήνες (φαράγγι Ζάκρου, Ξηρόκαμπου, Χοχλακιών). Σημαντική, όσον αφορά στη διαμόρφωση της χλωρίδας, είναι και η ύπαρξη μεγάλων εκτάσεων ελαιόδεντρων, αμπελώνων και άλλων δενδρωδών καλλιεργειών.Στα φρύγανα που καλύπτουν πολλές περιοχές του Πάρκου, τόσο στην παράκτια όσο και την ορεινή ζώνη, κυριαρχούν οι χαμηλοί, αγκαθωτοί και σφαιρικοί θάμνοι, όπως η αστοιβίδα (Sarcopoterium spinosum), το θυμάρι (Coridothymus capitatus), το αχινοπόδι (Genista acanthoclada), η θρύμπα (Satureja thymbra) και η γαλαστοιβή (Euphorbia acanthothamnos). Μαζί με αυτά συνυπάρχουν και μη αγκαθωτοί θάμνοι όπως το ρείκι (Erica manipuliflora), η Ballota acetabulosa, το φασκόμηλο (Salvia fruticosa) και η λαδανιά (Cistus creticus, Cistus salviifolius). Σε μικρότερες εκτάσεις συναντώνται και ψηλότεροι θάμνοι που σχηματίζουν τη μακκία βλάστηση και αποτελούνται από σκίνους (Pistacia lentiscus), ασπάλαθους (Calicotome villosa), αγριελιές (Olea europaea subsp. Oleaster), άρκευθους (Juniperus phoenicea), πουρνάρια (Quercus coccifera), χαρουπιές (Ceratonia siliqua), Osyris alba, πικροδάφνες (Phlomis fruticosa) και φλόμους (Euphorbia dendroides). Μέσα στις ρεματιές επίσης της περιοχής της Ζάκρου όπου η παρουσία νερού είναι άφθονη φύονται πλατάνια, (Platanus orientalis), πικροδάφνες (Nerium oleander) και λυγαριές (Vitex agnus castus).
Τα φαράγγια της περιοχής αποτελούν ένα καταφύγιο για πολλά και σημαντικά είδη χλωρίδας της περιοχής. Ιδιαίτερα το φαράγγι της Κάτω Ζάκρου και των Χοχλακιών φιλοξενούν ένα μεγάλο αριθμό φυτών και προσελκύουν πλήθος μελετητών και παρατηρητών κάθε χρόνο. Χαρακτηριστικά είδη που φιλοξενούνται στους κατακόρυφους ασβεστολιθικούς βράχους και στην κοίτη των ρεμάτων είναι η Αristolochia cretica, το Delphinium staphisagria, το αγριογαρύφαλλο (Dianthus juniperinus), η Εuphorbia dendroides, η Lecokia cretica, η Εphedra cambylopoda, η Nepeta melissifolia , η κάπαρη (Capparis spinosa), το Dracunculus vulgaris, καμπανούλες (Campanula pelviformis και Campanula spatulata ssp. Filicaulis), οι αγκαραθιές (Phlomis lanata), η ρίγανη (Origanum onites), η Tulipa saxatilis και πολλά είδη ορχιδέας.Στις παράκτιες περιοχές εμφανίζονται αποκλειστικά ποώδη φυτά με κυρίαρχο τα αμάραντα (Limonium greacum) και το ενδημικό Limonium sitiacu, ενώ στις παραλίες Κατσουνάκι και στην Άργιλοs Ξερόκαμπου θα συναντήσουμε και το κρινάκι της θάλασσας (Pancratium maritimum).
Πανίδα
Η περιοχή της Σητείας λόγω της ιδιαίτερης γεωγραφικής της θέσης φιλοξενεί ένα μεγάλο αριθμό από τα χαρακτηριστικά ζώα του νησιού και ιδιαίτερα τα μεταναστευτικά πουλιά. Είκοσι από τα είδη των πτηνών που έχουν παρατηρηθεί στην περιοχή (αποδημητικά, επιδημητικά) βρίσκονται στο Κόκκινο Βιβλίο των απειλούμενων Σπονδυλόζωων της Ελλάδας. Πτηνά τα οποία μπορεί να παρατηρήσει ο επισκέπτης στις παράκτιες περιοχές είναι ο λευκοτσικνιάς (Egretta garzetta), ο αρτέμης (Colonectris diomedea), ο θαλασσοκόρακας (Phalacrocorax aristotelis), ο υδροβάτης (Hydrobates pelaficus), ο καλαμόκιρκος (Circus aeruginosus), ο αιγαιόγλαρος (Larus audiouinii) και ο κοκκινοκέφαλος (Lanius sanator sanator). Από τα αρπακτικά και πτωματοφάγα πτηνά, τα πιο χαρακτηριστικά είναι ο μαυροπετρίτης (Falco eleonorae), ο χρυσαετός ή βιτσίλα (Aquila chrysaetos), ο πετρίτης (Falco peregrinus), η γερακίνα (Buteo buteo), το κιρκινέζι (Falco naumanni), το όρνιο (Gyps fulvus) και ο γυπαετός (Gypaetus barbatus). Ο γυπαετός περιστασιακά εμφανίζεται στην περιοχή και είναι από τα σημαντικότερα είδη του νησιού αφού ο κρητικός πληθυσμός είναι ο μοναδικός αναπαραγόμενος σε όλα τα Βαλκάνια.Όσον αφορά στα θηλαστικά έχουν καταγραφεί 14 είδη στην περιοχή του Πάρκου, τα τέσσερα από οποία είναι κητώδη, όπως τα αυστηρά προστατευόμενα ρινοδέλφινο (Tursiops truncatus) και μεσογειακή φώκια (Monachus monachus), το Ζωνοδέλφινο (Stenella coruleoalba) και το κοινό δελφίνι (Delphinus delphis). Από τα χερσαία θηλαστικά τα πιο χαρακτηριστικά είναι ο λαγός (Lepus europaeus), η νυφίτσα (Mustela nivalis), το κουνάβι (Martes foina bumites), ο ασβός (Meles meles), και ο ακανθοποντικός (Acomys minous), ενώ μέσα στα σπήλαια συναντούνται οι νυκτερίδες Pipistrellus savii που είναι αυστηρά προστατευόμενο είδος.
Πολλά από τα οκτώ είδη ερπετών και δύο από τα τρία είδη αμφίβιων της περιοχής περιλαμβάνονται στην οδηγία 92/43 ΕΟΚ και στην Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης. Στην περιοχή συναντούνται και τα τρία είδη αμφιβίων της Κρήτης, ο πράσινος φρύνος (Bufo viridis), ο δεντροβάτραχος (Hyla arborea cretensis), ενδημικό είδος στη Κρήτη και το μοναδικό είδος δεντροβάτραχου στην Ευρώπη και ο κοινός λιμνοβάτραχος (Rama ridibunda).Από τα πιο σημαντικά ερπετά της περιοχής είναι η ποταμοχελώνα (Mauremis caspica), το μοναδικό είδος νεροχελώνας στη Κρήτη που παρατηρείται σε ρυάκια στο φοινικόδασος του Βάι, στο φαράγγι στη μονή Τοπλού και κυρίως στην Κάτω Ζάκρο. Επίσης, η θαλάσσια χελώνα Caretta caretta αναπαράγεται στις αμμώδεις παραλίες στου φοινικόδασους του Βάι, στον Κουρεμένο και στον Ξερόκαμπο. Πολύ σημαντικά είδη για την περιοχή είναι οι σαύρες Podarcis cretensis που είναι το μοναδικό ενδημικό είδος σαύρας του νησιού και το λιακόνι (Chalcides ocellatus), το οποίο κατανέμεται στην Ιταλία, την Ελλάδα και τη Βόρεια Αφρική και λανθασμένα στην Κρήτη θεωρείται δηλητηριώδες.
Από τα φίδια της περιοχής κανένα δεν είναι επικίνδυνο για τον άνθρωπο. Η δενδρογαλιά (Coluber gemonensis) και το σπιτόφιδο (Elaphe situla), το ομορφότερο φίδι της Ελλάδας, είναι εντελώς ακίνδυνα για τον άνθρωπο, ενώ το αγιόφιδο (Telescopus fallax) είναι το μοναδικό φίδι του νησιού με δηλητήριο που όμως είναι πολύ ασθενές και εκκρίνεται από τα πίσω δόντια του στόματος, γεγονός που το καθιστά ουσιαστικά ακίνδυνο.
Ενδημικά
Οσον αφορά στα ενδημικά είδη, στην περιοχή εξαπλώνονται δύο κινδυνεύοντα είδη Σιληνής. Οι αμμώδεις παραλίες του Κουρεμένου φιλοξενούν πληθυσμούς του ενδημικού υποείδους της ανατολικής Κρήτης Silene ammophila subsp. ammophila, ενώ η νησίδα του όρμου του Βάι αποτελεί το νοτιότερο όριο εξάπλωσης της Σιληνής του Χόλτζμαν, ενδημικής του νοτιοανατολικού Αιγαίου (Silene holzmannii). To ακρωτήριο Κάβο Σίδερο φιλοξενεί επίσης δύο στενά ενδημικά είδη: την Anthemis filicaulis και την Asperula crassula, των οποίων ο παγκόσμιος πληθυσμός περιορίζεται μόνο στο συγκεκριμένο ακρωτήριο!
Η Bellevalia sitiaca είναι επίσης ενδημική του ανατολικού τμήματος του νομού Λασιθίου και φυτρώνει σε βραχώδεις θέσεις χαμηλών υψομέτρων, ενώ τα παραθαλάσσια βράχια της περιοχής φιλοξενούν δύο ακόμη ενδημικά είδη της Κάσου και του βορειοανατολικού άκρου της Κρήτης: το Limonium sitiacum και την Carlina sitiensis. Σημαντικά επίσης είδη για την περιοχή είναι η Viola scorpiuroides και το Allium longanum, δύο αφρικανικά είδη εξαιρετικά σημαντικά για την Ευρώπη αφού η εξάπλωση τους περιορίζεται στην Κρήτη και τα Κύθηρα, καθώς και η Centaurea aegiolophila, ένα είδος της Ανατολικής Μεσογείου επίσης πολύ σημαντικό για την Ευρώπη αφού οι χώροι εξάπλωσης του περιορίζονται μόνο στην περιοχή του Β.Α. Κρήτης, κυρίως στην παραλιακή ζώνη Πλακοπούλες και Χιόνας.
Ο φοίνικας του Θεόφραστου (Phoenix theophrasti) χαρακτηρίζεται σαν τρωτός στον Κόκκινο Κατάλογο της IUCN και προστατεύεται από την ελληνική νομοθεσία. Υποπληθυσμοί του φιλοξενούνται σήμερα σε ελάχιστες περιοχές της Κρήτης, με σπουδαιότερο και πολυπληθέστερο, αυτόν στο Βάι όπου και σχηματίζει το πασίγνωστο φοινικόδασος.
Άλλα σημαντικά ενδημικά είδη χλωρίδας που μπορεί κανείς να συναντήσει στην περιοχή είναι τα Campanula creutzburgii, Cirsium creticum , Crepis cretica, Cyclamen creticum, Galium graecum, Nepeta melissifolia, Petromarula pinnata, Symphytum creticum, Tulipa cretica. Σε κάθετα βράχια της περιοχής φυτρώνουν επίσης πολυετή χασμόφυτα όπως το Origanum calcaratum, ενδημικό του νοτιοανατολικού Αιγαίου με μοναδική εξάπλωση στην Κρήτη μεταξύ των χωριών Ρούσσα Εκκλησιά και Κρυονέρι, η στενοενδημική της επαρχίας Σητείας, Thymbra calostachya και το ενδημικό της Κρήτης πλουμί ή αρχοντόξυλο (Ebenos creticum). Επίσης στους ασβεστολιθικούς βράχους κυριαρχούν το άγριο γαρύφαλλο (Dianthus juniperinus) και η κάπαρη (Capparis spinosa).
Γεωκληρονομιά
Το Φυσικό Πάρκο Σητείας χαρακτηρίζεται από πολύ πλούσια γεωκληρονομιά η οποία περιλαμβάνει εντυπωσιακά πετρώματα από τις βασικότερες αλπικές τεκτονικές ενότητες, ιδιαίτερους σχηματισμούς και γεωμορφές στις μεταλπικές ενότητες, χαρακτηριστικές τεκτονικές και μικροτεκτονικές δομές, καθώς και πλούτο απολιθωμάτων.Εντός του Πάρκου έχουν αποτυπωθεί πάνω από 100 γεώτοποι, δηλαδή τοποθεσίες ιδιαίτερα και χαρακτηριστικά μνημεία της γεωκληρονομιάς, όπως ξεχωριστές εμφανίσεις πετρωμάτων και θέσεις πλούσιες σε απολιθώματα. Οι γεώτοποι παρουσιάζονται στους χάρτες του Πάρκου, είναι σημασμένοι και σας περιμένουν να τους γνωρίσετε από κοντά.
Χερσαίοι γεώτοποι
Ταφόνι Μαύρο Μουρί (1.1.1)
Πρόκειται για τις εντυπωσιακές διαβρωσιγενείς γεωμορφές τύπου ταφόνι που δημιουργούνται στα κροκαλοπαγή και τους ψαμμίτες του Μειοκαίνου από τον άνεμο και την παράκτια υγρασία, τα οποία διαλύουν το συνδετικό υλικό των πετρωμάτων και σχηματίζουν κοιλότητες ποικίλων διαστάσεων και μορφών. Στην τοποθεσία οδηγεί βατός χωματόδρομος που συμβάλλει με τον επαρχιακό δρόμο λίγο μετά τη Μονή Τοπλού στο δρόμο προς Σητεία. Ο λόφος που φιλοξενεί αυτές τις γεωμορφές ονομάζεται Μαύρο Μουρί.
Ταφόνι Μονής Τοπλού (1.1.2)
Πρόκειται για τις εντυπωσιακές διαβρωσιγενείς γεωμορφές τύπου ταφόνι που δημιουργούνται στα κροκαλοπαγή και τους ψαμμίτες του Μειοκαίνου από τον άνεμο και την παράκτια υγρασία, τα οποία διαλύουν το συνδετικό υλικό των πετρωμάτων και σχηματίζουν κοιλότητες ποικίλων διαστάσεων και μορφών. Οι γεωμορφές εμφανίζονται στα πρανή του φαραγγιού της Μονής Τοπλού και σε ολόκληρο το μήκος του. Οι εντυπωσιακότερες αλλά και άμεσα προσβάσιμες, ωστόσο γεωμορφές, βρίσκονται στην είσοδο του φαραγγιού, στις οποίες οδηγεί μικρό μονοπάτι.
Βραχόκηπος (1.1.3)
Περιλαμβάνει φυσικά γλυπτά σμιλευμένα από τους παράγοντες της αποσάθρωσης και της διάβρωσης στα ασβεστολιθικά πετρώματα της ενότητας Τρίπολης και τα οποία συναντώνται στο μονοπάτι από Επάνω Ζάκρο προς Σκαλιά. Οι διεργασίες αυτές δημιουργούν περίεργες βραχομορφές που μοιάζουν με αγάλματα και κάποιος με λίγη φαντασία μπορεί να διακρίνει γνώριμες φιγούρες από το ζωικό βασίλειο!
Χαλαζιτικά τείχη (1.1.4)
Ο γεώτοπος αυτός βρίσκεται βορειοδυτικά του Καρυδίου και περιλαμβάνει υπολειμματικά χαλαζιτικά στρώματα τα οποία έχει αποκαλύψει η διάβρωση των πιο μαλακών πετρωμάτων που βρίσκονται τριγύρω τους. Τα στρώματα αυτά είναι τεκτονισμένα, παρουσιάζουν ασυνέχειες στο εσωτερικό τους και ως εκ τούτου δημιουργούν περίεργες γεωμορφές που μοιάζουν με τις επάλξεις κάστρου.
Μετεωράκια (1.1.5)
Μεμονωμένοι ασβεστολιθικοί ογκόλιθοι που έχουν αποσπαστεί και κυλήσει κατά μήκος τμήματος του μονοπατιού Κάτω Ζάκρου – Καρούμπες. Οι ογκόλιθοι είναι διάσπαρτοι και εντυπωσιακοί και δημιουργούν ένα θεατρικό σκηνικό σαν να είναι ζωντανοί. Επίσης προσφέρονται για αναρρίχηση τύπου Bouldering.
Λόφος Καστρί (1.1.6)
Ο λόφος Καστρί βρίσκεται μεταξύ των δύο κολπίσκων Κουρεμένος και Χιώνα στο Παλαίκαστρο. Δομείται από πετρώματα Μειοκαινικής ηλικίας τα οποία δημιουργούν εντυπωσιακές γεωμετρικές μορφές. Ο ψαμμιτικός στρωματογραφικός ορίζοντας που βρίσκεται στην κορυφή του λόφου, τον έχει προστατέψει από τη διάβρωση και για το λόγο αυτό υπάρχει μέχρι σήμερα!
Παράκτιοι γεώτοποι
Αμμοθίνες Κατσουνάκι (1.2.1)
Πρόκειται για τυπικές μορφές παράκτιας, αιολικής, αμμώδους αποθέσεων που ονομάζονται θίνες. Περιλαμβάνουν μικρού ύψους αμμόλοφους οι οποίοι εκτείνονται σε σημαντική έκταση στην παράκτια ζώνη της παραλίας Κατσουνάκι, βόρεια του Ξερόκαμπου. Στις θίνες φυτρώνει και το χαρακτηριστικό «Κρινάκι της άμμου».
Αμμοθίνες Ψιλής Άμμου (1.2.2)
Στην παραλία Ψιλή Άμμος, που βρίσκεται νότια του Βάι, παρατηρούνται χαρακτηριστικές θίνες, δηλαδή παράκτιες, αιολικές, αμμώδεις αποθέσεις που δημιουργούν μικρού ύψους αμμόλοφους οι οποίοι εκτείνονται σε ολόκληρη την παράκτια ζώνη της παραλίας.
Αλυκή Ξερόκαμπου (1.2.3)
Η αλυκή του Ξερόκαμπου βρίσκεται νοτιοανατολικά του ομώνυμου οικισμού και αποτελεί μία μεγάλη φυσική λίμνη θαλασσινού νερού, η οποία το καλοκαίρι εξατμίζεται και αφήνει αποθέσεις θαλασσινού άλατος, γι’ αυτό ονομάζεται «Αλατσολίμνη».
Αλυκή Χιώνας (1.2.4)
Στην παράκτια ζώνη της παραλίας Χιώνα στο Παλαίκαστρο, αναπτύσσεται μία μικρή αλυκή η οποία αποτελεί μία μικρή λίμνη θαλασσινού νερού πίσω από την παραλία με σημαντικά υδρόβια οικοσυστήματα.
Παράκτια σπήλαια (1.2.5)
Στην παραλία της Αγίας Ειρήνης, στο νοτιότερο τμήμα της περιοχής, παρατηρούνται σπηλαιώσεις στα βραχώδη παράκτια πρανή, οι οποίες δημιουργήθηκαν από το επιφανειακό νερό και την παράκτια διάβρωση (κύματα) την εποχή που βρισκόταν στο επίπεδο της θάλασσας. Οι σπηλαιώσεις αυτές, εκτός από εντυπωσιακές γεωμορφές, αποτελούν και μαρτυρία των αυξομειώσεων της στάθμης της θάλασσας κατά τη διάρκεια του πρόσφατου γεωλογικού παρελθόντος.
Kαρστικοί γεώτοποι
Μαύρος Κάμπος (1.3.1)
Το οροπέδιο του Μαύρου Κάμπου βρίσκεται μεταξύ της Επάνω Ζάκρου και της περιοχής Σκαλιά και διασχίζεται από το μονοπάτι Ε4 (γεωδιαδρομή 8). Πρόκειται για ένα πανέμορφο οροπέδιο το οποίο φιλοξενεί και πολυάριθμους μικρούς υγροτόπους.
Ζάκανθος (1.3.2)
Στην περιοχή της Ζάκανθου, βόρια της Ζήρου, υπάρχει το ομώνυμο οροπέδιο το οποίο περιβάλλεται από τους ασβεστόλιθους της ενότητας Μαγκασά. Στο οροπέδιο αναπτύσσονται μερικές από τις χαρακτηριστικές καλλιέργειες της περιοχής.
Οροπέδιο Χαντρά (1.3.3)
Το οροπέδιο του Χαντρά βρίσκεται στο νοτιοδυτικό τμήμα του πάρκου και καταλαμβάνει σημαντική έκταση που φιλοξενεί δύο οικισμούς (Χαντράς και Αρμένοι), τον αρχαιολογικό χώρο της Βόιλας και πολυάριθμες ανθρώπινες δραστηριότητες και καλλιέργειες.
Οροπέδιο Ζήρου (1.3.4)
Το οροπέδιο της Ζήρου βρίσκεται στο νοτιοδυτικό τμήμα του πάρκου και καταλαμβάνει σημαντική έκταση που φιλοξενεί τον ομώνυμο οικισμό, μικρό εποχιακό τέλμα, καθώς και πολυάριθμες καλλιέργειες και ανθρώπινες δραστηριότητες.
Καρστικές γλυφές (1.3.5)
Στα ασβεστολιθικά βραχώδη πρανή που βρίσκονται στην παραλία Κατσουνάκι παρατηρούνται χαρακτηριστικές μορφές επιφανειακής, καρστικής διάβρωσης, οι γλυφές. Αυτές αποτελούν φυσικές αυλακώσεις στις εκτεθειμένες επιφάνειες των ασβεστολίθων που προκλήθηκαν από τη διαβρωτική ικανότητα του νερού της βροχής που κυλάει πάνω τους όταν βρέχει!
Φαράγγια
Φαράγγι Κατσουνάκι (1.4.1)
Το φαράγγι Κατσουνάκι είναι ένας ακόμη σημαντικός γεώτοπος στην περιοχή του Ξερόκαμπου. Έχει μεγάλο μήκος και σχεδόν κατακόρυφες κλιτείς, ενώ στο εσωτερικό του αναπτύσσονται εξαιρετικές και πολύ εντυπωσιακές γεωμορφές καθώς και επιφανειακή απορροή στο μεγαλύτερο τμήμα του. Μπορεί να το απολαύσει κανείς και από τον επαρχιακό δρόμο που οδηγεί στον Ξερόκαμπο και ειδικά την ώρα του ηλιοβασιλέματος που ο ήλιος φωτίζει τις γεωμορφές προσφέροντας ένα μοναδικό θέαμα.
Φαράγγι Κάτω Ζάκρου (1.4.2)
Είναι το πιο διάσημο φαράγγι της περιοχής, γνωστό και ως φαράγγι των Νεκρών λόγω του Μινωικού νεκροταφείου, το οποίο εκτός από το εντυπωσιακό του ανάγλυφο, την πλούσια χλωρίδα και την άφθονη παρουσία νερού, φιλοξενεί και αρκετές ακόμα τοποθεσίες αρχαιολογικού και ιστορικού ενδιαφέροντος. Από το φαράγγι διέρχεται και το ευρωπαϊκό μονοπάτι Ε4, ενώ στην έξοδό του υπάρχει και οργανωμένο πεδίο αναρρίχησης βράχου. Το μονοπάτι ξεκινά από την Επάνω Ζάκρο καταλήγοντας στον αρχαιολογικό χώρο της Κάτω Ζάκρου.
Φαράγγι Επάνω Ζάκρου 1 (1.4.3)
Το πρώτο φαράγγι της Επάνω Ζάκρου ξεκινάει από τον χωματόδρομο ακριβώς πάνω από την πηγή της Επάνω Ζάκρου. Το φαράγγι είναι πολύ εντυπωσιακό και ιδιαίτερα μετά τον χωματόδρομο όπου αναπτύσσονται ξεχωριστές γεωμορφές στις κλιτείς του.
Φαράγγι Επάνω Ζάκρου 2 (1.4.4)
Το δεύτερο φαράγγι της Επάνω Ζάκρου αναπτύσσεται βόρεια του πρώτου και αποτελεί επίσης έναν εντυπωσιακό γεώτοπο. Το φαράγγι φαίνεται και από τον επαρχιακό δρόμο από Καρύδι προς Αδραβάστους. Φαράγγι Χοχλακιών (1.4.5)
Είναι ένα ακόμα γνωστό φαράγγι της περιοχής με πολλούς επισκέπτες όλη τη διάρκεια του χρόνου. Το φαράγγι των Χοχλακιών ξεκινάει λίγο έξω από τον ομώνυμο οικισμό και καταλήγει στη πανέμορφη παραλία Καρούμες. Το φαράγγι είναι εντυπωσιακό με πλούσια χλωρίδα, εντυπωσιακές γεωμορφές και προσφέρει μία εύκολη πεζοπορική διαδρομή.
Φαράγγι Ξερόκαμπου (1.4.6)
Το φαράγγι του Ξερόκαμπου βρίσκεται νότια του ομώνυμου οικισμού και ξεκινάει από την περιοχή Ρουσομουτσούνα, όπου η είσοδός του είναι πολύ εντυπωσιακή. Το φαράγγι φαίνεται και από τον επαρχιακό δρόμο που συνδέει τη Ζήρο με τον Ξερόκαμπο.
Φαράγγι Μαζά (1.4.7)
Το φαράγγι του Μαζά ξεκινάει από το Καρύδι και καταλήγει λίγο μετά τους Αδραβάστους. Έχει μεγάλο μήκος και εντυπωσιακές γεωμορφές στο εσωτερικό του, όμως η διαδρομή είναι μόνο για έμπειρους στη διέλευση φαραγγιών. Στο παρελθόν αποτελούσε βασική οδική διαδρομή ανάμεσα στους διάφορους οικισμούς.
Φαράγγι Μονής Τοπλού (1.4.8)
Το φαράγγι της Μονής Τοπλού είναι το μοναδικό φαράγγι που δεν αναπτύσσεται σε ασβεστολιθικά πετρώματα των αλπικών ενοτήτων, αλλά σε ψαμμιτικά και άλλα κλαστικά πετρώματα του Μειοκαίνου. Σε όλο το μήκος του είναι πανέμορφο και αξίζει να το περπατήσει κανείς μέχρι το τέρμα του. Φιλοξενεί τον φοίνικα του Θεόφραστου, διάφορα εντυπωσιακά είδη της τοπικής χλωρίδας, τους σχηματισμούς ταφόνι και τις ομώνυμες πηγές.
Υδρογεωλογικοί Γεώτοποι
Πηγή Καρυδίου (4.1.1)
Η πηγή στο Καρύδι δημιουργείται στην επαφή μεταξύ των υδροπερατών ασβεστολίθων της Τρίπολης που είναι επωθημένοι πάνω στα αδιαπέρατα μεταμορφωμένα πετρώματα της ενότητας Φυλλιτών – Χαλαζιτών. Το νερό κινείται μέσα στα σπήλαια της ευρύτερης περιοχής Σίτανου – Καρυδίου μέχρι να καταλήξει στην έξοδό του στην πηγή. Τα νερά της πηγής τροφοδοτούν με νερό τον ομώνυμο οικισμό.
Πηγή Επάνω Ζάκρου (4.1.2)
Η πηγή της Επάνω Ζάκρου δημιουργείται στην επαφή μεταξύ των υδροπερατών ασβεστολίθων της Τρίπολης που είναι επωθημένοι πάνω στα αδιαπέρατα μεταμορφωμένα πετρώματα της ενότητας Φυλλιτών – Χαλαζιτών. Το νερό κινείται μέσα στα σπήλαια των βουνών της Ζάκρου μέχρι να καταλήξει στην έξοδό του στην πηγή. Τα νερά της πηγής τροφοδοτούν με νερό ύδρευσής όλη τη γύρω περιοχή, ενώ συντηρούν και σημαντικά οικοσυστήματα μέχρι και την Κάτω Ζάκρο. Στο παρελθόν υποστήριζαν και αρκετούς υδρόμυλους, μερικοί από τους οποίους διατηρούνται και σήμερα.
Πηγή Φλέγα (4.1.3)
Η πηγή του Φλέγα δημιουργείται στην επαφή μεταξύ των υδροπερατών ασβεστολίθων της Τρίπολης που είναι επωθημένοι πάνω στα αδιαπέρατα μεταμορφωμένα πετρώματα της ενότητας Φυλλιτών – Χαλαζιτών. Η πηγή ορισμένες περιόδους λειτουργεί και ως αρτεσιανή εκτοξεύοντας νερό με πίεση και τροφοδοτεί με νερό το φαράγγι των Χοχλακιών και τους γύρω οικισμούς.
Πηγή Σκαλιά (4.1.4)
Η πηγή στα Σκαλιά δημιουργείται στην επαφή μεταξύ των υδροπερατών ασβεστολίθων του Μαγκασά που είναι επωθημένοι πάνω στον αδιαπέρατο φλύσχη της ενότητας Τρίπολης. Η πηγή συντηρεί ένα μικρό εποχιακό τέλμα, που είναι ζωτικό για πολλούς οργανισμούς της περιοχής.
Πηγές Μονής Τοπλού (4.1.5)
Στην έξοδο του φαραγγιού της Μονής Τοπλού προς τη θάλασσα, παρατηρούνται πηγές οι οποίες δημιουργούν μικρές φυσικές λιμνούλες στα κοιλώματα των Μειοκαινικών πετρωμάτων. Οι πηγές δημιουργούνται στην ασύμφωνη επαφή των υπερκείμενων στρωματογραφικά, υδροπερατών πετρωμάτων του Μειοκαίνου πάνω στα αδιαπέρατα πετρώματα του φλύσχη της Τρίπολης.
Γεωαρχαιολογικοί Γεώτοποι
Αρχαίο λατομείο Πετροκοπιό (6.1.1)
Στη θέση Καλαμάκι βρίσκεται το αρχαίο λατομείο Πετροκοπιό, το οποίο λέγεται ότι έδωσε δομικό υλικό για την παρακείμενη Αρχαία Ίτανο. Στο λατομείο φαίνονται χαρακτηριστικά οι τεχνητές τομές καθώς και παρατημένες κολώνες.
Αρχαίο λατομείο Κατσουνάκι (6.1.2)
Στην παραλία Κατσουνάκι και επί του μονοπατιού που οδηγεί στην Κάτω Ζάκρο (γεωδιαδρομή 11) βρίσκεται αρχαίο λατομείο σε μία εμφάνιση συμπαγοποιημένων, αιολικών ψαμμιτών του Πλειστοκαίνου, οι οποίοι εξορύσσονται σχετικά εύκολα καθώς είναι μαλακό πέτρωμα λόγω των πολυάριθμων πόρων τους. Αρχαίο λατομείο Μολυβοκάμινο (6.1.3)
Στο μέσον περίπου του μονοπατιού που οδηγεί από την παραλία Κατσουνάκι στην Κάτω Ζάκρο (γεωδιαδρομή 11) βρίσκεται ακόμα αρχαίο λατομείο σε μία εμφάνιση συμπαγοποιημένων, αιολικών ψαμμιτών του Πλειστοκαίνου, οι οποίοι εξορύσσονται σχετικά εύκολα καθώς είναι μαλακό πέτρωμα λόγω των πολυάριθμων πόρων τους.
Αρχαίο λατομείο Πελεκητά (6.1.4)
Στο μέσον περίπου του μονοπατιού που οδηγεί από την Κάτω Ζάκρο στην παραλία Καρούμες (γεωδιαδρομή 12) και σε κοντινή απόσταση από το σπήλαιο Πελεκητά, βρίσκεται το ομώνυμο αρχαίο λατομείο. Αυτό αναπτύσσεται σε συμπαγοποιημένους, αιολικούς ψαμμίτες του Πλειστοκαίνου, οι οποίοι εξορύσσονται σχετικά εύκολα καθώς είναι μαλακό πέτρωμα λόγω των πολυάριθμων πόρων τους. Πάνω στα πετρώματα της περιοχής υπάρχουν αρκετά ίχνη της εξορυκτικής δραστηριότητας που έλαβε χώρα στο παρελθόν.
Ιερό Κορυφής Πετσοφά (6.1.5)
Στην Κορυφή του Λόφου Πετσοφάς ανατολικά του Παλαίκαστρου βρίσκεται το ομώνυμο Μινωικό Ιερό Κορυφής .
Ενετικό καστέλι Βόιλα (6.1.6)
Στη θέση Βόιλα, ανατολικά του Χαντρά βρίσκονται υπολείμματα ενετικού κάστρου, το οποίο περιλαμβάνει τμήματα του πύργου, των αποθηκών και άλλων κτισμάτων καθώς και δύο κρήνες που ακόμα και σήμερα τροφοδοτούν της περιοχή με νερό.
Κρήνη Βόιλα (6.1.7)
Νότια από το ενετικό κάστρο στη Βόιλα υπάρχει μια κρήνη με ανάγλυφες παραστάσεις πάνω στο μαργαϊκό ασβεστόλιθο του Μειοκαίνου.
Γεω-λαογραφικοί Γεώτοποι
Χώνος (6.2.1)
Ο Χώνος είναι ένα από τα σχεδόν εγκαταλελειμμένα χωριά της ορεινής ζώνης που διασώζει την τοπική αρχιτεκτονική με τα πετρόκτιστα, ξηρολιθικά κτίσματα.
Λύδια (6.2.2)
Η Λύδια είναι ένας εγκαταλελειμμένος πλέον οικισμός που διασώζει την τοπική αρχιτεκτονική με τα πετρόκτιστα ξηρολιθικά κτίσματα.
Καμάρες (6.2.3)
Οι Καμάρες είναι ένας μικρός οικισμός στην αρχή του φαραγγιού των Χοχλακιών με χαρακτηριστική τοπική αρχιτεκτονική.
Σκαλιά (6.2.4)
Τα Σκαλιά είναι ένας εγκαταλελειμμένος πλέον οικισμός στην περιοχή της Ζήρου που καταστράφηκε την περίοδο της Τουρκοκρατίας εξαιτίας της ισχυρής επαναστατικής του δραστηριότητας.
Καλντερίμι Μαγκασά – Μητάτο (6.2.5)
Ανάμεσα στους οικισμούς Μαγκασά και Μητάτο και σε ορισμένα τμήματα του αγροτικού δρόμου που τους συνδέει, διασώζονται τμήματα του παλιού καλντεριμιού που συνέδεε παλιότερα τους δύο οικισμούς.
Καλντερίμι Λαμνώνι (6.2.6)
Στο οροπέδιο Λαμνώνι της περιοχής της Ζήρου διασώζονται τμήματα παλιού καλντεριμιού που πιθανά συνέδεε τη Ζήρο με τα Σκαλιά και τις γύρω περιοχές.
Καλντερίμι Καρύδι – Άγιος Αντώνιος (6.2.7)
Η αρχή της γεωδιαδρομής 5 και ιδιαίτερα το τμήμα από Καρύδι μέχρι το εκκλησάκι του Αγίου Αντωνίου αποτελεί τμήμα του παλαιού καλντεριμιού που διασώζεται σε καλή κατάσταση.